Σελίδες

Παρασκευή 19 Οκτωβρίου 2012

Άλλα τα μάτια του λαγού κι άλλα της κουκουβάγιας...

Η λέξη "μάτι" προκύπτει από την αρχαία ελληνική λέξη για το μάτι "ὄμμα" (ὄμμα - ὀμμάτιον- μάτι).
Άλλωστε λέμε ακόμα "πήρα των ομματιών μου"!



Ωστόσο, εκτός από "ὄμματα" και "ὀφθαλμοί", τα μάτια λέγονται και "φάεα". Κι αυτό επειδή χρειάζονται "φάος" / "φῶς" για να δουν!
Γι' αυτό χρησιμοποιούμε και την λέξη "κατηφής" γι'αυτόν που έχει "κάτω τα φάεα", δηλαδή για τον κατσούφη!

Το μάτι (και γενικά η όψη) στην αρχαία ελληνική λέγεται και "ὤψ".
Στην γενική πτώση έχουμε: τῆς ὠπός, από όπου παίρνουμε την ρίζα "ωπ".

Δείτε πόσες λέξεις λέμε και σήμερα από αυτήν την ρίζα...

  • Κύκλωψ/ Κύκλωπας: αυτός που το μάτι του είναι κυκλικό.
  • Ευρώπη: αυτή που έχει μεγάλα μάτια (εὐρεία + ὤψ). (Οι Ευρωπαίοι κάθε φορά που λένε "Europe" λένε "μεγαλομάτα" και αναφέρονται στο ταξίδι που έκανε η Ευρώπη της ελληνικής Μυθολογίας πάνω στον λευκό ταύρο Δία!)
                      
  • Πρόσωπον: η πρόθεση "πρός" (μπροστά)  + "ὤψ".
  • Μέτωπον: η πρόθεση "μετά" + "ὤψ".
  • Παρωπίδες: η πρόθεση "παρά" (δίπλα) + "ὤψ" -> δίπλα από τα μάτια-> δεν βλέπω παρά μόνο έναν δρόμο, αυτόν μπροστά μου -> είμαι στενόμυαλος όταν έχω παρωπίδες.
  • Ἐνώπιον: η πρόθεση "ἐν" + "ὤψ" -> μπροστά στα μάτια.
  • Μυωπία: "μύω" (= κλείνω ελαφρώς τα μάτια) + "ὤψ" (όσοι έχουν μυωπία το κάνουν συχνά). 
  • Πρεσβυωπία: "πρέσβυς" (μεγάλος σε ηλικία) + "ὤψ" (πρόκειται για πάθηση των ματιών που εμφανίζεται σε μεγαλύτερες ηλικίες).



Ελένη Ωρείθυια Κουλιζάκη

1 σχόλιο:

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.